Η ίδρυση του Πανεπιστημίου υπήρξε έμπνευση, αλλά και πραγμάτωση του βρετανού φιλέλληνα Φρειδερίκου Νορθ, κόμητα του Γκίλφορντ, που συνδεόταν ιδιαίτερα με την Κέρκυρα, την οποία πρωτοεπισκέφθηκε το 1791, όταν αυτή βρισκόταν ακόμη υπό τους Βενετούς. Είκοσι σχεδόν χρόνια αργότερα, όταν οι Άγγλοι είχαν πλέον καταλάβει τα Επτάνησα και την Κέρκυρα, συνέλαβε την ιδέα να συστήσει στην Ιθάκη ένα Πανεπιστήμιο επανδρωμένο με έλληνες λόγιους, στο οποίο θα μορφωνόταν Έλληνες αλλά και σπουδαστές από άλλες μεσογειακές και βαλκανικές χώρες, οι οποίοι θα λάμβαναν ελληνική παιδεία σε ελληνική γλώσσα, προκειμένου να βοηθηθεί η πνευματική ανάπτυξη του Γένους και να μην είναι πλέον αναγκαία η μετάβαση των Ελλήνων σε Πανεπιστήμια της Ευρώπης για ανώτερες σπουδές, όπως συνέβαινε μέχρι τότε.
Ήδη από το 1811 ο λόρδος Γκίλφορντ, όπως έμεινε ευρύτερα γνωστός, άρχισε συστηματικές προετοιμασίες για την επίτευξη του σκοπού του, που κράτησαν πάνω από 8 χρόνια. Το μεγάλο αυτό εγχείρημα αποτέλεσε αρχικά αποκλειστικά έργο συντονιζόμενο και χρηματοδοτούμενο από τον Βρετανό φιλέλληνα.

Η έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης έγινε αιτία να μεταφερθεί η έδρα του Πανεπιστημίου, που βρισκόταν πλησιέστερα στην επαναστατημένη Ελλάδα, στην Κέρκυρα. Τα επίσημα εγκαίνια της Ιονίου Ακαδημίας έγιναν στις 29 Μαίου 1824 με πανηγυρικό τρόπο.
Λίγους μήνες νωρίτερα, τον Νοέμβριο του 1823, είχαν αρχίσει τα προπαρασκευαστικά μαθήματα για την εισαγωγή σπουδαστών σε αυτήν. Η αρχική σύλληψη του ιδρυτή της αλλά και το Νομοθετικό Διάταγμα που καθόριζε τη λειτουργία της προέβλεπαν την ίδρυση τεσσάρων Σχολών: Θεολογικής, Νομικής, Ιατρικής και Φιλοσοφικής. Δεν έγινε όμως δυνατή η λειτουργία και των τεσσάρων Σχολών εξαρχής. Από την αρχή είχαν υπάρξει όχι μόνο αδιαφορία, αλλά και αντιδράσεις στη δημιουργία του, όχι μόνο από τη βρετανική προστασία, αλλά κυρίως από ισχυρούς εντόπιους παράγοντες που θεωρούσαν ότι η Ακαδημία θα καθιστούσε προσιτή την ανώτερη εκπαίδευση σε ευρύτερες κοινωνικές τάξεις, γεγονός που θα επηρέαζε το μονοπώλιο στην πανεπιστημιακή παιδεία στην Ιταλία που είχαν οι γόνοι των ευγενών οικογενειών και στη συνέχεια την κατάληψη θέσεων και αξιωμάτων. Οι επιφυλάξεις των Βρετανών αφορούσαν όχι μόνο στις μεγάλες δαπάνες που απαιτούσε η πλήρης λειτουργία του Ιδρύματος, αλλά και στο γεγονός πως το Πανεπιστήμιο απευθυνόταν σε όλους τους Έλληνες και όχι μόνο στους Επτανησίους.

Το 1857 καταργήθηκε η διοικούσα την Ιόνιο Ακαδημία τριμελής επιτροπή και ανέλαβε πάλι τη διεύθυνση της ως «Άρχων της Παιδείας» αυτή τη φορά ο Ανδρέας Μουστοξύδης, μετά το θάνατο του οποίου το 1860 τον διαδέχτηκε ο Αντώνιος Πολυλάς.
Η Ιόνιος Ακαδημία διέκοψε τη λειτουργία της, χωρίς καν την έκδοση Διατάγματος καταργήσεώς της και διαλύθηκε αθόρυβα αμέσως μετά την Ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα, που αδυνατούσε να συντηρήσει δύο πανεπιστήμια, και κάποιοι από τους καθηγητές της μετατέθηκαν στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Στα 40 χρόνια λειτουργίας της δίδαξαν σε αυτήν πολλές διακεκριμένες προσωπικότητες: Ο Κωνσταντίνος Ασώπιος, ο Χριστόφορος Φιλητάς, ο Ιωάννης Καραντηνός, ο Νικόλαος Πίκκολος, ο εθνικός μας ποιητής Ανδρέας Κάλβος, ο Νεόφυτος Βάμβας, ο Κωνσταντίνος Τυπάλδος, που έγινε μητροπολίτης Σταυρουπόλεως και αργότερα αναδιοργάνωσε την θεολογική Σχολή της Χάλκης, ο Αθανάσιος Πολίτης, μετέπειτα μητροπολίτης Κερκύρας, ο φιλόσοφος, πολιτικός και διπλωμάτης Πέτρος Βράιλας-Αρμένης οι καθηγητές της Ιατρικής Κωνσταντίνος Ζαβιτσιάνος και Χαράλαμπος Τυπάλδος Πρετεντέρης, και πολλοί άλλοι.
Η Ιόνιος Ακαδημία παρά τα εγγενή προβλήματά της είχε έναν μεγάλο αριθμό αποφοίτων και παρήγαγε ορισμένες σημαντικές προσωπικότητες. Υπήρξε ένα πανεπιστήμιο που είχε σχεδιαστεί με πολύ υψηλούς στόχους και προδιαγραφές σε μια εποχή εξαιρετικά δύσκολη. Παρά το ότι ο ιδρυτής του ήταν Βρετανός, ο χαρακτήρας του ήταν εξ αρχής εθνικός, επρόκειτο δηλαδή για ένα ελληνικό πανεπιστήμιο που έπρεπε να λειτουργήσει μέσα σε ένα περιβάλλον ξένης κυριαρχίας. Κάτω από τις συνθήκες αυτές η Ιόνιος Ακαδημία επιτέλεσε ένα σπουδαίο έργο παρέχοντας ανώτερη παιδεία αρχικά σε όλους τους έλληνες, και αργότερα, μετά την ίδρυση του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου το 1837, κυρίως στους Επτανήσιους.Το σύγχρονο Ιόνιο Πανεπιστήμιο υπερηφανεύεται ότι είναι η συνέχεια αυτού του πρώτου ελληνικού Πανεπιστημίου.
Ελένη Αγγελομάτη
Καθηγήτρια της Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού
Καθηγήτρια της Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού